Τα μυστικά της τριανταφυλλιάς

Τα μυστικά της τριανταφυλλιάς

Η κοινή ονομασία του γένους Αγγειοσπέρμων Δικότυλων φυτών Ροδή (Rosa) που ανήκει στην τάξη Ροδώδη, στην οικογένεια Ροδίδες (Rosaceae). Περιλαμβάνει 100-125 φυλλοβόλων ή, σπανιότερα, αείφυλλων θαμνωδών ή αναρριχητικών φυτών,με αγκαθωτούς βλαστούς, που είναι ιθαγενή των εύκρατων και υποτροπικών περιοχών του Βορείου Ημισφαιρίου. Πολλά είδη, ιδίως τα αυτοφυή στην Βόρεια Αμερική, δημιουργούν παραφυάδες στην βάση τους, σχηματίζοντας κατ' αυτόν τον τρόπο πυκνές συστάδες. Η τριανταφυλλιά είναι από τους σπουδαιότερους καλλιεργούμενους καλλωπιστικούς θάμνους, και το τριαντάφυλλο πιο δημοφιλές από όλα τα λουλούδια, γι΄ αυτό και έχει χαρακτηριστεί ως ο «βασιλιάς των λουλουδιών».

Η καλλιέργεια της ήταν γνωστή από την αρχαιότητα (Αιγύπτιοι, Πέρσες, Μήδοι, Έλληνες, Ρωμαίοι, Άραβες κ.λ.π.), και είναι χαρακτηριστικό ότι σε καμιά στιγμή της ιστορίας της ανθοκομίας δεν βρέθηκαν τα τριαντάφυλλα εκτός μόδας. Καλλιεργείται σε μεγάλη κλίμακα σε κήπους, πάρκα, αλλά και σε γλάστρες, καθώς και για την παραγωγή δρεπτών ανθέων. Βοτανικά χαρακτηριστικά: Οι τριανταφυλλιές είναι φυτά με βλαστούς που θυμίζουν τους βλαστούς της αμπέλου, όρθιους, αναρριχώμενους ή αν δεν βρουν στήριγμα, κατακείμενους. Οι βλαστοί καλύπτονται γενικά από αγκάθια, τα οποία μπορεί να είναι ίσια ή καμπυλωτά, κωνικά ή πεπλατυσμένα ή λεπτά βελονοειδή. Τα φύλλα είναι σύνθετα πτερωτά και διατάσσονται κατ΄ εναλλαγήν. Αποτελούνται από ωοειδή φυλλάρια με εντόνως οδοντωτά περιθώρια. Τα άνθη είναι δισκοειδή, συχνά αρωματικά, χρώματος λευκού, κίτρινου, πορτοκαλί, ροζ ή κόκκινου και στις αγριοτριανταφυλλιές, φύονται μεμονωμένα ή σε ολιγανθείς κορύμβους στην άκρη των ανθοφόρων βλαστών. Τα άνθη των καλλιεργούμενων ποικιλιών είναι συνήθως διπλά (με πολλές σειρές πετάλων). Τα πολυάριθμα καρπόφυλλα περιβάλλονται από την σαρκώδη ανθοδόχη, που έχει σταμνοειδές σχήμα έτσι ο σαρκώδης, μερικές φορές εδώδιμος, ραγοειδής «καρπός» της τριανταφυλλιάς είναι από βοτανική άποψη ή ανθοδόχη. Στην Ελλάδα απαντούν αυτοφυή 18 περίπου είδη, τα οποία είναι κοινώς γνωστά ως αγριοτριανταφυλλιές.

Σημαντικότερα από αυτά είναι: Η πουρναροτριανταφυλλιά ή τριανταφυλλιά της Βεγγάλης, αειθαλής θάμνος με κληματώδεις βλαστούς ύψους 2 περίπου μέτρων και με λευκά άνθη. Αναρριχάται συνήθως πάνω στα πουρνάρια, στις κουμαριές και σε άλλους θάμνους μακίας όπου ζει. Διασταυρούμενη με το είδος R. chinensis δίνει διπλανθείς ποικιλίες (Rosa semperbirens). Η δασοτριανταφυλλιά φυλλοβόλος, συνήθως, θάμνος, με κληματώδεις αναρριχώμενους βλαστούς, ύψους 2 περίπου μέτρων, με λευκά άοσμα άνθη. Κοινό σε όλη την Ηπειρωτική Ελλάδα και την Ευρώπη, ζει σε ορεινά δάση R. arvensis ή R. silvestris). Η σκυλοτριανταφυλλιά ή τριανταφυλλιά των φρακτών ή κυνορροδή (R. canina), μεγάλος θάμνος με χοντρούς βλαστούς ύψους 3 μέτρων, με άνθη ρόδινα ή, σπανιως, λευκά. Απαντά στα δάση και στους θαμνότοπους σε όλη την Ελλάδα και την Ευρώπη. Η πυκνοτριανταφυλλιά (R. ferruginea), πυκνός, πολύκλαδος θάμνος, ύψους 1-2 μέτρων με ρόδινα άνθη. Απαντά στα βουνά της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας. Η βουνοτριανταφυλλιά (R. montana), μεγάλος θάμνος, ύψους 3 μέτρων, με ρόδινα άνθη. Απαντά στη οροσειρά της Πίνδου. Η θαμνοτριανταφυλλιά (R. micrantha), θάμνος ύψους 1-2 μέτρων, με φύλλα αραιά, μακριά κλαδιά και άνθη λευκά ή ρόδινα. Απαντά στη Ηπειρωτική Ελλάδα και στα Επτάνησα. Η χνουδοτριανταφυλλιά (R. tomentella), θάμνος ύψους 2 μέτρων, με λευκά συνήθως άνθη, που απαντά στους θαμνότοπους μέσου υψόμετρου της Κεντρικής Ελλάδας και της Πελοποννήσου. Η κοκκινοτριανταφυλλιά (R. nitidula), θάμνος ύψους 2 μέτρων, με ρόδινα άνθη, που απαντά στην Πίνδο. Η βατοτριανταφυλλια (R. agrestis), θάμνος ύψους ως 2 μέτρα, με λευκά άνθη, που απαντά σε θαμνότοπους στην Βόρεια Ελλάδα.

Τα υπόλοιπα είδη έχουν ύψος μικρότερο του ενός μέτρου. Ιστορία της καλλιέργειας της τριανταφυλλιάς: Μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα περίπου οι καλλιεργούμενες στην Ευρώπη τριανταφυλλιές άνηκαν σε είδη, ποικιλίες ή διασταυρώσεις που είναι αυτοφυείς στην Ευρώπη και την Μικρά Ασία, όπως είναι π.χ. η γαλλική τριανταφυλλιά, η δαμασκηνή ροδή, η εκατόφυλλη τριανταφυλλιά (R. cantifolia), η σκυλοτριανταφυλλιά το φυσικό υβρίδιο R. alba (λευκή ροδή), η κιτρινοτριανταφυλλιά κ.ά., ορισμένες από τις οποίες καλλιεργούνται και σήμερα. Από το 1768 περίπου άρχισε η εισαγωγή ειδών της Άπω Ανατολής, όπως τα είδη R. chinensis, R. polyantha, (ή R. multiflira, κν. γνωστή ως πολυανθής τριανταφυλλιά), η βανξιανή τριανταφυλλιά (R. banksiana), R. odorata κ.ά., οι οποίες έδωσαν νέες ποικιλίες που καλλιεργούνταν παράλληλα με τις παλιές. Η πραγματική επανάσταση, ωστόσο, στην καλλιέργεια της τριανταφυλλιάς συνέβη κατά τα μέσα του 19ου αιώνα με τη δημιουργία της πρώτης ποικιλίας των πολύφορων υβριδίων (φυτά που ανθίζουν περισσότερες φορές τον χρόνο), που έγινε γνωστή ως «La Reine» (1842). Τις ποικιλίες της σειράς αυτής αντικατέστησαν τα υβρίδια του τσαγιού, προϊόν της διασταύρωσης των ειδών R. odonata και R. chinensis. Κατά τα τέλη του 19ου αιώνα η χρησιμοποίηση στις διασταυρώσεις του είδους R. multiflora έδωσε την κατηγορία που είναι γνωστή ως πολυανθής (polyantha rose). Καλλιέργεια της τριανταφυλλιάς:

Η τριανταφυλλιά προτιμά τα αμμοαργιλώδη προς αργιλώδη εδάφη (κοκκινοχώματα), ουδέτερα ή ελαφρώς αλκαλικά. Με την χρησιμοποίηση των κατάλληλων υποκειμένων μπορεί να καλλιεργηθεί σε όλα τα εδάφη εκτός από τα πολύ όξινα και πολύ υγρά. Εξαντλεί το έδαφος και απαιτεί λιπάνσεις με κοπριά και λιπάσματα, καθώς και τακτικά ποτίσματα. Όταν βρίσκεται σε περίοδο ανάπαυσης, αντέχει σε χαμηλές θερμοκρασίες (μερικούς βαθμούς κάτω των 0°C). Για να βλαστήσει ωστόσο απαιτεί θερμοκρασία τουλάχιστον 5°- 6°C και για να σχηματίσει μπουμπούκια τουλάχιστον 12°-14°C. Απαιτεί ακόμη πολύ φως και ήλιο, και καλό αερισμό. Μεγάλη σημασία έχει το κλάδεμα, γιατί αν το φυτό μένει ακλάδευτο, θα δώσει μια μπερδεμένη, χωρίς σχήμα μάζα από σκληρό ξύλο με μικρά άνθη σε ασθενικούς πολύκλαδους βλαστούς. Ανθοφορία: Τα άνθη φύονται στη κορυφή ανθοφόρων κλάδων που προέρχονται από την τελευταία βλάστηση. Η στεφάνη μπορεί να έχει από 5 ως πάνω από 40 πέταλα. Οι αυτοφυείς ποικιλίες της Ευρώπης και οι παλιές καλλιεργούμενες ποικιλίες είναι μονόφορες (ανθίζουν μια φορά το χρόνο), οι ασιατικές είναι πολύφορες, ενώ τα πολύανθα υβρίδια και τριανταφυλλιές της κατηγορίας φλοριμπούντα έχουν συνεχή ανθοφορία από την άνοιξη ως το φθινόπωρο.

Πηγή: 
Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρους Μπριτάνικα